ΣΥΝΘΕΤΗΣ, ΣΤΙΧΟΥΡΓΟΣ, ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΠΑΙΚΤΗΣ |
Γεννήθηκε στο προάστιο Κοκαριαλί (Μυρακτή) της Σμύρνης το 1902, από γονείς ευκατάστατους και πέθανε στις 5 Ιουνίου 1959 στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί από το 1922, που ήρθε στην Ελλάδα..
Το 1922 στη Σμύρνη κατατάγηκε εθελοντής στο στρατό και πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους.. Σώθηκε δραπετεύοντας την ώρα που τον πηγαίναν για εκτέλεση... και τα ίχνη του χάνονται ... Ο ίδιος καταφεύγει στην Ελλάδα και οι δικοί του, μετά την καταστροφή και το κάψιμο της Σμύρνης το 1922 έρχονται κι αυτοί στην Ελλάδα και εγκαθίστανται στη νήσο Τζιά. Ο Απόστολος αναζητώντας την οικογένειά του τη βρίσκει τελικά στο νησί και αποφασίζουν να εγκατασταθούν όλοι μαζί οριστικά στον Πειραιά, στο Τουρκολίμανο. (Το προσφυγικό του σπίτι ήταν στη Κρεμμυδαρού, Δραπετσώνα)
Από το 1923 και για περίπου μια δεκαετία ασχολείται με τη μουσική τελείως ερασιτεχνικά, εργαζόμενος στα "Ελληνικά Σωληνουργεία" ως ηλεκτροσυγκολητής.. Παράλληλα φροντίζει και μαθαίνει άριστα κιθάρα, μπουζούκι και μπαγλαμά, γενόμενος δεξιοτέχνης οργανοπαίκτης. Μουσικός άριστος!, ήξερε ήδη μαντολίνο, πιάνο και ακορντεόν.
Από το 1923 και για περίπου μια δεκαετία ασχολείται με τη μουσική τελείως ερασιτεχνικά, εργαζόμενος στα "Ελληνικά Σωληνουργεία" ως ηλεκτροσυγκολητής.. Παράλληλα φροντίζει και μαθαίνει άριστα κιθάρα, μπουζούκι και μπαγλαμά, γενόμενος δεξιοτέχνης οργανοπαίκτης. Μουσικός άριστος!, ήξερε ήδη μαντολίνο, πιάνο και ακορντεόν.
Ο Αποστόλης Χατζηχρήστος με τον φιλο του, τραγουδιστή Γιώργο Κωνσταντινίδη (γνωστότερος ως Μακαρονάς). 1938 |
Η επιτυχία της Τετράδος του Πειραιώς το 1933, η γέννηση ουσιαστικά της νέας Πειραιώτικης Σχολής του Ρεμπέτικου Τραγουδιού και η εσωτερική του μουσική ανησυχία, τον φέρνουν δειλά στο μουσικό προσκήνιο γύρω στο 1933 '34, σαν ερασιτέχνη ακόμα. Στην αρχή εμφανίστηκε παίζοντας και τραγουδώντας σε μικρά ταβερνάκια της Δραπετσώνας και του Πειραιά..
1938 απο αριστερα: Η. Ποτοσίδης, Γ. Κωνσταντινίδης (Μακαρόνας), Α. Χατζηχρήστος, Μ. Γαβριήλ (Μαρινακης) |
Περιοδικό "Το νέο λαϊκό τραγούδι" - Ιούνιος 1939. Με τους Άσσους των λαϊκών τραγουδιών: Τσιτσάνης - Μάρκος - Παπαϊωάννου - Χατζηχρήστος. |
Πρωτοεμφανίστηκε εκεί συνεργαζόμενος με λιγότερο (Τότε) γνωστά ονόματα, όπως ο Γιαννης Κωνσταντινίδης κιθαρίστας και τραγουδιστής γνωστός ως «Μακαρόνας», ο νεαρός Ηλίας Ποτοσίδης μπουζουξής, γνωστός ως «Κάτω βλέπας», ο πιτσιρικάς μπουζουξής Μαρίνος Γαβριήλ ή "Μαρινάκης ", ο αλανιάρης νεαρός μπουζουξής και τραγουδιστής Μιχάλης Γενίτσαρης, και άλλοι, ενώ αρχίζει να γράφει και τα πρώτα του τραγούδια!
Ουσιαστικά όμως, από τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα, γύρω στα 1935-'36, γνωρίζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη ρεμπέτικη παρέα του Μπάτη, Στράτο ή Τεμπέλη και Ανέστο Δελιά ή Αρτέμη και συμμετέχει στα καλύτερα ρεμπέτικα συγκροτήματα.. Δούλεψε σε όλα σχεδόν τα γνωστά κέντρα διασκέδασης της εποχής εκείνης. Στου Δερέμπεη, στου Πίκινου τη Μπύρα, στου διαβόητου Κατελάνου, στο "Δάσος" του άγριου Βλάχου, στου Μάριου στην οδό Ίωνος στην Ομόνοια, κι αλλού...
Ηλίας Ποτοσίδης και Απόστολος Χατζηχρήστος, πισω ο Παναγιώτης Σαρίκας. Στην «Τριάνα» του Χειλά, με το συγκρότημα Παπαϊωάννου |
Τα βιώματα της ραφινάτης Μικρασιάτικης μουσικής και τα βάσανα της αιχμαλωσίας και της προσφυγιάς είχαν βαρύνει πάνω στο ύφος του. Μέσα από τα περισσότερα τραγούδια του ξεπηδάει το παράπονο του ξεριζωμένου, του αδικημένου, του κυνηγημένου, το παράπονο για μια βασανισμένη ζωή, γιατί όλη του η ζωή ήταν ένα μαρτύριο.. Ξεχωρίζει ανάμεσα στους λίγους κορυφαίους λαϊκούς συνθέτες και αναμφισβήτητα του ανήκει μια θέση στην πρώτη γραμμή στο Πάνθεο των δημιουργών και ερμηνευτών του ρεμπέτικου τραγουδιού. Υπήρξε ο φιλήσυχος και καλοκάγαθος φίλος όλων, που δεν πίκρανε και δεν πείραξε στη ζωή του ποτέ κανέναν. ΜΑΓΚΑΣ και ΝΤΕΡΒΙΣΗΣ με τα όλα του!.
Γλυκοβραδιάζει κι ο ντουνιάς
αμέριμνος γλεντάει..
την ώρα που ο Χάροντας
την πόρτα μου χτυπάει..
Καθιστοί απ’τα αριστερά: Ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο συνθετης/στιχουργος Λευτέρης Γουναρόπουλος (απο τους αφανείς εργάτες του ρεμπέτικου) και ο Μήτσος Μπατάγιας. Πίσω τους ο Μπίρ-Αλάχ στην κιθαρα κι ο Γιώργος Αντραϊδης ακορτεον. Αρχες δεκ: '50 στο κέντρο "Νεάπολη", στον Άγιο Ιερόθεο |
Επίσης υπήρξε μεγάλος αγωνιστής, φύλακας, σύντροφος και υπερασπιστής των δικαιωμάτων των συναδέλφων του, σε όλη την καριέρα του. Παντρεύτηκε το 1929 και απέκτησε δύο κόρες.
Στα πρώτα του επαγγελματικά βήματα, το 1935, κάνει τη γνωριμία του με τον Γιάννη Παπαϊωάννου και γίνονται αχώριστοι φίλοι και συνεργάτες. Έκτοτε και μέχρι το θάνατο του Αποστόλη, τους ενώνει βαθιά φιλία και αλληλοεκτίμηση.
Στη παρέα τους ανήκε και ο Γιώργος Κωνσταντινίδης με τη κιθάρα του. Παπαϊωάννου και Χατζηχρήστος σμίγουν επαγγελματικά και αλληλοβοηθούνται. Όλα σχεδόν τα τραγούδια τους τα παίζουν μαζί στους δίσκους γραμμοφώνου, έχοντας κιθαρίστα ή 2η φωνή τον κοινό τους φίλο "Μακαρόνα".
Στη δισκογραφία πρωτοεμφανίστηκε το 1937 - '38 (μετά από πρόταση του μαέστρου Σπύρου Περιστέρη) με το τραγουδι "Γιατί σκληρή και άπονη" (Η Κοκκινιώτισσα) μαζι με τον κιθαρίστα Γιώργο Κωνσταντινίδη και το και "Έχω βαθιά τον πόνο" .
Μετά την κήρυξη του πολέμου το 1940 έγραψε τα πατριωτικά τραγούδια "Στης Αλβανίας τα βουνά", "Αέρα οι φαντάροι μας" και "Αποχαιρετισμός στην Αλβανία".
Το 1941-'42 εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση κατά των κατακτητών και γίνεται ενεργό μέλος αντιστασιακών οργανώσεων. Την ίδια περίοδο της σκλαβιάς και της πείνας προσπαθεί κι αυτός, όπως και οι υπόλοιποι του ρεμπέτικου μουσικού σιναφιού, με μικρά συγκροτήματα και για μικρά χρονικά διαστήματα να κερδίσει το ψωμί της οικογένειας παίζοντας σε κυρίως σε μικρομάγαζα και σε γνωστά στέκια.
Το 1941-'42 εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση κατά των κατακτητών και γίνεται ενεργό μέλος αντιστασιακών οργανώσεων. Την ίδια περίοδο της σκλαβιάς και της πείνας προσπαθεί κι αυτός, όπως και οι υπόλοιποι του ρεμπέτικου μουσικού σιναφιού, με μικρά συγκροτήματα και για μικρά χρονικά διαστήματα να κερδίσει το ψωμί της οικογένειας παίζοντας σε κυρίως σε μικρομάγαζα και σε γνωστά στέκια.
απο αριστερα Γεράσιμος Κλουβάτος, Απόστολος Χατζηχρήστος, Χρήστος Λαβίδας κιθαρα/τραγουδι και κάποιος άλλος (ο Μανισαλης;, ή ο Μευσουτης;) στην "Αρζεντίνα" (1950) |
Μετά την απελευθέρωση δούλεψε μαζί με τα πρώτα ονόματα του ρεμπέτικου Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Παγιουμζής, σε διάφορα κέντρα της εποχής, όπως στο Πίγκαλς, στου Καλαματιανού, στου Τζίμη του Χοντρού, στη Φλώριδα, στη Νίκαια, στη Ν. Φιλαδέλφεια, στου Κατελάνου, κ.α. Όντας πραγματικά μεγάλος ανάμεσα στους μεγάλους!
Τζιτζιφιές 1947. Το συγκρότημα του Καλαματιανού, μια από τις πιο φημισμένες ομάδες μουσικών, που έπαιξαν ποτέ μαζί !!! Κάτω(απο αριστερα): Στέλιος Κηρομύτης, Απόστ. Χατζηχρήστος, Γιώργος Μητσάκης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Μανισαλής. - Μέση: Σπύρος Περιστέρης, Αργύρης Βαμβακάρης, Μάρκος Βαμβακάρης, Ηλίας Ποτοσίδης, Κώστας Ρούκουνας. - Πάνω: Κώστας Μαρσέλος, Ζαχαρίας Κασιμάτης. |
Βασίλης Τσιτσάνης, Απόστολος Χατζηχρήστου, Μαρίκα Νίνου, στου Τζίμη του χοντρού, 1950 |
Εξήντα από τα ογδονταπέντε τραγούδια του Απόστολου Χατζηχρήστου έχουν το ύφος καντάδας και ερμηνεύτηκαν από περισσότερους τραγουδιστές μαζί. Η φωνή του εκφραστική, με μεγάλες φυσικές δυνατότητες, άρτια τεχνική και γεμάτη συναίσθημα!.
Με το τέλος της κλασσικής περιόδου του ρεμπέτικου το 1955 ο Απόστολος πέρασε στο 'περιθώριο' ακολουθώντας κι αυτός τη μοίρα όλων των μεγάλων του χώρου.. (θα πέσει κι αυτός - όπως οι περισσότεροι προπολεμικοί ρεμπέτες - θύμα της πολιτικής των εταιριών και θα παραμεριστεί απ' τη δισκογραφία). Σε κάποια επαρχιακά κέντρα Θεσσαλονίκη, Βόλος, Πάτρα, κ.α. ευτυχώς επιβίωνε ακόμη το ρεμπέτικο. Ο Αποστόλης για να πορευτεί καλλιτεχνικά και για να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του έκανε διάφορες περιοδείες με ρεμπέτικες κομπανίες στην επαρχία.. Σε Αθηνα παίζει σε «κατώτερης ποιότητας» μαγαζιά, μέχρι που ο καρκίνος τον χτύπησε στους πνεύμονές του, τον έριξε κάτω.. (νοσοκομεία κ.λ.π) και τον αποτελείωσε της 5 Ιούνιου του 1959...
Αλήτη μ’ είπες μια βραδιά.. χωρίς καμιά αιτία ..
μα του αλήτη η καρδιά.. δε σου κρατάει κακία ..
Η επαγγελματική ταυτότητα του Απόστολου Χατζηχρήστου |
1949 |
Μερικες συνθέσεις του:
Αλήτη μ’ είπες μια βραδιά
Ας μην ξημέρωνε ποτέ
Γλυκοβραδιάζει κι ο ντουνιάς
Η πεντάμορφη
Η μικρή του καμηλιέρη
Ο Καιξής
Καρδιά παραπονιάρα
Καροτσέρη τράβα
Μην είσαι ψεύτρα δίγνωμη
Ο ξενύχτης
Ο αμαξάς
Πάμε στο Φάληρο
Παραπονιάρικό μου
Το μαγκαλάκι
Ψεύτη ντουνιά
Ο ζόρικος
Μοίρα με καταδίκασες κ.α!
(Ξάδελφος του Απ. Χατζηχρήστου ο Ευάγγελος Χατζηχρήστος, τραγουδοποιός σε μερικές συνθέσεις του)
(<Φωτο) Στο θέατρον '' Κεντρικόν '', την Κυριακή 27 Νοεμβρίου 1949, ''κόσμος και ντουνιάς'' πάει κι έρχεται με ένα στόχο: το λαϊκό τραγούδι και τα όργανα αυτού τού είδους να μπουν στην συνείδηση τού κόσμου, κάτι που τελικά θα γίνει πράξη τα επόμενα χρόνια, μιάς και..
**..ο Μάνος Χατζιδάκις έκανε την διάλεξη, ο Εμμανουήλ Χιώτης με τις πρωτοποριακές ιδέες του και την ενδυματολογική συμπεριφορά του - (μαζί τον Γιώργο Μητσάκη), ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Σπύρος Περιστέρης - (με το μουσικό '' έργο '' τους), ο Στέλιος Μακρυδάκης με το μπουζούκι του και πολλοί άλλοι..
* Παρουσιαστές εκείνου τού λαϊκού μουσικού πρωϊνού, ο Κώστας Κοφινιώτης και ο Ίκαρος (κείμενο από Γ.Ζγουρας)
Ας μην ξημέρωνε ποτέ
Γλυκοβραδιάζει κι ο ντουνιάς
Η πεντάμορφη
Η μικρή του καμηλιέρη
Ο Καιξής
Καρδιά παραπονιάρα
Καροτσέρη τράβα
Μην είσαι ψεύτρα δίγνωμη
Ο ξενύχτης
Ο αμαξάς
Πάμε στο Φάληρο
Παραπονιάρικό μου
Το μαγκαλάκι
Ψεύτη ντουνιά
Ο ζόρικος
Μοίρα με καταδίκασες κ.α!
(Ξάδελφος του Απ. Χατζηχρήστου ο Ευάγγελος Χατζηχρήστος, τραγουδοποιός σε μερικές συνθέσεις του)
(<Φωτο) Στο θέατρον '' Κεντρικόν '', την Κυριακή 27 Νοεμβρίου 1949, ''κόσμος και ντουνιάς'' πάει κι έρχεται με ένα στόχο: το λαϊκό τραγούδι και τα όργανα αυτού τού είδους να μπουν στην συνείδηση τού κόσμου, κάτι που τελικά θα γίνει πράξη τα επόμενα χρόνια, μιάς και..
**..ο Μάνος Χατζιδάκις έκανε την διάλεξη, ο Εμμανουήλ Χιώτης με τις πρωτοποριακές ιδέες του και την ενδυματολογική συμπεριφορά του - (μαζί τον Γιώργο Μητσάκη), ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Σπύρος Περιστέρης - (με το μουσικό '' έργο '' τους), ο Στέλιος Μακρυδάκης με το μπουζούκι του και πολλοί άλλοι..
* Παρουσιαστές εκείνου τού λαϊκού μουσικού πρωϊνού, ο Κώστας Κοφινιώτης και ο Ίκαρος (κείμενο από Γ.Ζγουρας)
Ο Χατζηχρήστος ήταν υπόδειγμα τιμιότητας, συνέπειας και συναδελφικότητας!. Ας δούμε τι λένε γι' αυτόν οι πλέον αρμόδιοι, οι συνάδελφοί του:
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΗΤΣΑΚΗΣ για τον Απόστολο Χατζηχρήστο:
«....Θυμάμαι φόραγα ένα ζευγάρι ελβιέλες πάνινες και το χειμώνα τις έβαψα με μαύρη μπογιά για να δείχνουν παπούτσια. Κρύο τα πόδια μου! Όπως έχει και υγρασία η Θεσσαλονίκη, μη ρωτάς καλύτερα. Εκεί γνώρισα το Χατζηχρήστο τον Απόστολο.
...Ο Χατζηχρήστος ήταν άγιος άνθρωπος. Μου έδειξε διάφορα στο μπουζούκι κι ήταν η αιτία που κατέβηκα στην Αθήνα, δηλαδή στον Πειραιά. Πάνω στη Θεσσαλονίκη, είχα πάει να βρω τον Τσιτσάνη, μήπως μπορέσει και με βοηθήσει. Ο Τσιτσάνης τότε ήταν διάσημος κι έπαιζε εκεί, αν θυμάμαι καλά υπηρετούσε στο Τάγμα Τηλεγραφητών, αλλά έπαιζε κιόλας εκεί, και μάλιστα πάνω ήταν κι ο Βαμβακάρης. Θυμάμαι πήγαινα στο μαγαζί που τραγούδαγε και άκουγα το τραγούδι του «Τα μπλε παράθυρά σου»: Περνούσα και σ αντίκρισα ψηλά απ τα παραθύρια....
Έτσι σιγά-σιγά στη Θεσσαλονίκη, πήγα κι αγόρασα ένα μπουζούκι. Πάω σ ένα παλιατζίδικο, κοιτάω και λέω:
Έτσι σιγά-σιγά στη Θεσσαλονίκη, πήγα κι αγόρασα ένα μπουζούκι. Πάω σ ένα παλιατζίδικο, κοιτάω και λέω:
Ρε μάστορα, πόσο έχει αυτό; Μου λέει τόσο. Βάζω το χέρι μου στην τσέπη.
Μπα, του λέω, Δε φτάνουνε
Πόσα έχεις;
Δέκα δραχμές, του λέω.
Ρε, με κοροϊδεύεις; μου λέει ο παλιατζής.
- Ξαναπήγα την άλλη μέρα. Του κανα παζάρια, είχα και κάτι ψιλά παραπάνω, ξαναπήγα, την άλλη μέρα πια το πήρα το μπουζούκι. Με λυπήθηκε, μου το δωσε.
Εκεί πρωτογρατσούνισα, εκεί άρχισα να παίζω. Ό,τι άκουγα από το Χατζηχρήστο.
Ώσπου αποφάσισα να κατέβω στον Πειραιά. Μου χε πει ο Χατζηχρήστος άμα κατέβεις στην Αθήνα, στον Πειραιά, έλα να βρεις...
Ο Χατζηχρήστος έμενε με τη γυναίκα του τη Γαρυφαλιά και τις δυο κόρες του στη Δραπετσώνα. Είχανε μια παράγκα εκεί. Μόλις πήγα και τους βρήκα, φωνάζει ο Χατζηχρήστος τη γυναίκα του
Γαρυφαλιά, σύρε φτιάξε το δωματιάκι να μείνει ο Γιώργης μαζί μας. Η Γαρυφαλιά ήτανε συμπαθητική γυναικούλα και με φρόντιζε σαν παιδί της.
Εκεί λοιπόν φτιάξαμε ένα τρίο, ο Χατζηχρήστος, ο Ποτοσίδης κι εγώ, πηγαίναμε στα καφενεία, παίζαμε και βγάζαμε πιατάκι. Εγώ τότε πιτσιρικάς, δε νομίζω ότι έπαιζα και τίποτα φοβερό. Μια νότα εδώ και μια στον Πειραιά, που λένε. Σιγά, σιγά μάθαινα. Βοήθαγε κι ο Χατζηχρήστος και κάτι γινότανε.
...Με το Χατζηχρήστο, λοιπόν, για να γυρίσω πίσω, δουλέψαμε μαζί στου Πίκινου στο Θησείο, στο Δάσος στο Χαϊδάρι και Δε θυμάμαι που αλλού.. Στου Πίκινου έπαιρνα μεροκάματο είκοσι δραχμές, τι να κάνω . Όμως μια μέρα με διώξανε γιατί βρήκανε ένα καλύτερο μπουζούκι από μένα. Ξέρεις ποιον; Το Μανώλη Χιώτη. Ε!, όπως και να το κάνουμε, ο μπαγάσας έπαιζε καλύτερα. Αυτά που σου λέω, είναι τώρα παραμονές πολέμου..».
Μπα, του λέω, Δε φτάνουνε
Πόσα έχεις;
Δέκα δραχμές, του λέω.
Ρε, με κοροϊδεύεις; μου λέει ο παλιατζής.
- Ξαναπήγα την άλλη μέρα. Του κανα παζάρια, είχα και κάτι ψιλά παραπάνω, ξαναπήγα, την άλλη μέρα πια το πήρα το μπουζούκι. Με λυπήθηκε, μου το δωσε.
Εκεί πρωτογρατσούνισα, εκεί άρχισα να παίζω. Ό,τι άκουγα από το Χατζηχρήστο.
Ώσπου αποφάσισα να κατέβω στον Πειραιά. Μου χε πει ο Χατζηχρήστος άμα κατέβεις στην Αθήνα, στον Πειραιά, έλα να βρεις...
Ο Χατζηχρήστος έμενε με τη γυναίκα του τη Γαρυφαλιά και τις δυο κόρες του στη Δραπετσώνα. Είχανε μια παράγκα εκεί. Μόλις πήγα και τους βρήκα, φωνάζει ο Χατζηχρήστος τη γυναίκα του
Γαρυφαλιά, σύρε φτιάξε το δωματιάκι να μείνει ο Γιώργης μαζί μας. Η Γαρυφαλιά ήτανε συμπαθητική γυναικούλα και με φρόντιζε σαν παιδί της.
Εκεί λοιπόν φτιάξαμε ένα τρίο, ο Χατζηχρήστος, ο Ποτοσίδης κι εγώ, πηγαίναμε στα καφενεία, παίζαμε και βγάζαμε πιατάκι. Εγώ τότε πιτσιρικάς, δε νομίζω ότι έπαιζα και τίποτα φοβερό. Μια νότα εδώ και μια στον Πειραιά, που λένε. Σιγά, σιγά μάθαινα. Βοήθαγε κι ο Χατζηχρήστος και κάτι γινότανε.
...Με το Χατζηχρήστο, λοιπόν, για να γυρίσω πίσω, δουλέψαμε μαζί στου Πίκινου στο Θησείο, στο Δάσος στο Χαϊδάρι και Δε θυμάμαι που αλλού.. Στου Πίκινου έπαιρνα μεροκάματο είκοσι δραχμές, τι να κάνω . Όμως μια μέρα με διώξανε γιατί βρήκανε ένα καλύτερο μπουζούκι από μένα. Ξέρεις ποιον; Το Μανώλη Χιώτη. Ε!, όπως και να το κάνουμε, ο μπαγάσας έπαιζε καλύτερα. Αυτά που σου λέω, είναι τώρα παραμονές πολέμου..».
(μέρος άρθρου από το ρεμπέτικο φόρουμ)
Ο Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης: «...Με τον Αποστόλη γνωριστήκαμε προπολεμικά. Ωραίος άνθρωπος, καλός συνεργάτης, συνθέτης από τους λίγους. Εγραψε τραγούδια ολόμαλλα, να πούμε, όχι βαμβακερά, που θα μείνουν για πάντα. Γνήσιος και αυθόρμητος σαν Σμυρνιός που ήταν - όπως όλοι οι Σμυρνιοί - έγραψε απλά τραγούδια, αλλά γεμάτα νόημα! Μπορούσες να τα παίξεις και να τα τραγουδήσεις εύκολα. Εγραψε για τη φτώχεια, την προσφυγιά, την αδικία...» (Τάσου Σχορέλη: «Ρεμπέτικη Ανθολογία», εκδόσεις «Πλέθρον»).
Ο Τάκης Μπίνης: «Ολοι του σιναφιού μας είχαμε ελαττώματα. Σε κείνον, που δεν μπορούσες να του καταλογίσεις τίποτα, ήταν ο Χατζηχρήστος. Σαν άνθρωπος, αυτός ήταν η κορυφή, ο καλύτερος όλων» (Από αφήγηση του Τάκη Μπίνη στον Ακη Νικολαΐδη, τον Απρίλη του 2003).
ΒΙΝΤΕΟ / ΜΟΥΣΙΚΗ ...Ο Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης: «...Με τον Αποστόλη γνωριστήκαμε προπολεμικά. Ωραίος άνθρωπος, καλός συνεργάτης, συνθέτης από τους λίγους. Εγραψε τραγούδια ολόμαλλα, να πούμε, όχι βαμβακερά, που θα μείνουν για πάντα. Γνήσιος και αυθόρμητος σαν Σμυρνιός που ήταν - όπως όλοι οι Σμυρνιοί - έγραψε απλά τραγούδια, αλλά γεμάτα νόημα! Μπορούσες να τα παίξεις και να τα τραγουδήσεις εύκολα. Εγραψε για τη φτώχεια, την προσφυγιά, την αδικία...» (Τάσου Σχορέλη: «Ρεμπέτικη Ανθολογία», εκδόσεις «Πλέθρον»).
Ο Τάκης Μπίνης: «Ολοι του σιναφιού μας είχαμε ελαττώματα. Σε κείνον, που δεν μπορούσες να του καταλογίσεις τίποτα, ήταν ο Χατζηχρήστος. Σαν άνθρωπος, αυτός ήταν η κορυφή, ο καλύτερος όλων» (Από αφήγηση του Τάκη Μπίνη στον Ακη Νικολαΐδη, τον Απρίλη του 2003).
γιαβάσικες πενιές! |
.. ρίξε γιαβάσικες πενιές, Χατζηχρήστο!
κι ένα γλυκό ντουζένι..
για να α’ ακούσει μια ψυχή
που σε καταλαβαίνει ...
Ξενύχτης μπρος στην πόρτα σου,
σούρα στουπί και φέσι.
Δεν πάω για το σπίτι μου.. προτού η μέρα φέξει...
Ωχ, ωχ έβγα να σε ειδώ...
Ω, ω για σένα ξενυχτώ....