Διαπρεπής λαϊκός μουσικός και δεξιοτέχνης βιολιστής με διαβαλκανική φήμη (το "Αθάνατο Δοξάρι", σύμφωνα με έκφραση του Κ. Ρούκουνα)...
Στης 13 Ιανουαρίου του 1950, έφυγε από την ζωή ένας τους Μεγαλύτερους βιρτουόζος του βιολιού, συνθέτης & στιχουργός και μαεστρος του Σμυρναιικου & Ρεμπέτικου τραγουδιού.. Ο Δημήτρης Σέμσης (Σαλονικιος)!!!. Κορυφαίος βιολιστής, που μαζί με τον εκ Σμύρνης Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη, απετέλεσαν ανεπανάληπτο δίδυμο του δύσκολου αυτού οργάνου. Σήμερα, είναι βέβαιο ότι ο Δημ. Σέμσης ήταν το καλλίτερο βιολί των Βαλκανίων και ένας από τους σπουδαιότερους οργανοπαίκτες του Ευρωπαϊκού χώρου..
Γεννήθηκε το 1881 με 1983 στην τουρκοκρατούμενη τότε Στρώμνιτσα, ελληνική πόλη της Νοτιοσλαυίας, από γονείς Έλληνες που ζούσαν εκεί. Από μικρός εγκαταστάθηκε, με την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη, απ’όπου, τα επόμενα χρόνια, πήρε το ψευδώνυμο Σαλονικιός, με το οποίο έμεινε γνωστός σαν μουσικός. Αρχίζει να μαθαίνει βιολί από 10 χρονών και γρήγορα μετεξελίσσεται, από την εφηβική του ηλικία, σ’ ένα βιρτουόζο του οργάνου. Λίγο πριν τα τέλη του αιώνα, πιάνει δουλειά σαν μουσικός σ’ ένα περιφερειακό τσίρκο της εποχής εκείνης, που γυρίζει σ’όλες τις πόλεις των Βαλκανικών χωρών παρουσιάζοντας το πρόγραμμά του. Για μια 20ετία περίπου τα ίχνη του χάνονται και – απ’ότι λέγεται-, γύρισε όλες τις τότε γνωστές χώρες παίζοντας με διάφορες ορχήστρες, μπλέκεται με Ούγγρους και Ρουμάνους τσιγγάνους της περιοχής και μέσα σ’αυτό το χωνευτήρι των πολιτισμών που ήταν τα Βαλκάνια, εξελίσσει τις τεχνικές του οργάνου, σε τέτοιο βαθμό που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε επιτευχθεί. Ταξιδεύει εκτός από τα Βαλκάνια, στην Τουρκία, Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτο, Σουδάν και αλλού, παίζοντας για τους Ελληνες – και όχι μόνο – της διασποράς. Γύρω στα 1920, εγκαθίσταται στην απελευθερωμένη Σμύρνη και εκεί γνωρίζει όλους τους μεγάλους μουσικούς, συνθέτες και οργανοπαίχτες, με τους οποίους θα συνεργαστεί τα επόμενα χρόνια, μετά την καταστροφή του 1922, όταν θα βρεθούν μαζί στην Ελλάδα.
Το 1922, εγκαθίσταται οριστικά στην Ελλάδα, μαζί με τους πρόσφυγες, εντάσσεται στις κομπανίες τους, παίζει τα παλαιότερα αλλά και νεώτερα Σμυρνέικα, έτσι που όλοι νομίζουν ότι και αυτός ανήκει στους Μικρασιάτες μουσικούς. (πηγη)
Στο τέλος του 1919 ή στους πρώτους μήνες του 1920 ο Δημήτρης Σέμσης φεύγει οικογενειακά για τη θεσσαλονίκη. Από το 1921, μετά το γάμο του με τη Δήμητρα Κάνουλα (1903-1973), μένουν στο Τσινάρι, οδός Δημητρίου Πολιορκητού, σημερινή Καραολή Δημητρίου. Αποκτούν τέσσερα παιδιά:την Ελένη (1922),τον Μιχάλη (1923- 3 Μαΐου 198?), κορυφαίο βιολιστή της Κρατικής Ορχήστρας,την Καλλιόπη (1925-27-9-2001) και τον Νικόλαο (1929- 7 Νοεμβρίου 1948), επίσης βιολιστή.
Στη Θεσσαλονίκη, όπου διαμένει μέχρι το τέλος του 1926, εδραιώνεται η φήμη του. Πήρε μέρος στις πρωτόγονες ηχογραφήσεις δίσκων στη θεσσαλονίκη μετά περιοδεύοντα φωνοληπτικά συνεργεία; Η οικογένεια του απαντά όχι, γιατί, αν έκανε ηχογραφήσεις, θα τό ανέφερε ο ίδιος. Από την άλλη, είναι δυνατόν ένας τόσο μεγάλος μουσικός να μην αξιοποιήθηκε στην πρωίμη δισκογραφία; Δεν έχουμε στοιχεία.
Από το 1926, πάντως, κάνει τα πρώτα ταξίδια στην πρωτεύουσα και παίρνει μέρος στις φωνοληψίες ως βιολιστής. Στις αρχές του 1927 εγκαθίσταται μόνιμα στην Αθήνα. Αυτή την εποχή παίρνει το προσωνύμιο "Σαλονικιός", μάλλον κάποιοι παράγοντες των δισκογραφικών εταιρειών νομίζουν ότι κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Είναι το πρώτο όνομα οργανοπαίκτη που αναγράφεται στις ετικέτες δίσκων. Ποιες οι πρώτες του εγγραφές; Από τη σύγκριση στοιχείων των μελετητών της δισκογραφίας (Διονύσης Μανιάτης, Hugo Stroetbaum και Lisbet Torp) προκύπτει ότι ο Δημήτρης Σέμσης "Σαλονικιός" γράφει το 1926 ως βιολιστής, με τη φωνή του Δημήτρη Καλλίνικου - Αραπάκη, τον πρώτο του δίσκο: από τη μια πλευρά ο «Μανές Σαμπάχ» και, από την άλλη, ο «Μανές Ραστ».
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και ο δεύτερος δίσκος «Μανές Χιτζάζ» και «Μανές Νεβά», όπου παίζει βιολί ο Σαλονικιός και τραγουδάει ο Αντώνης Διαμαντίδης "Νταλγκάς". Το πρώτο τραγούδι ως συνθέτης ηχογραφεί το 1929: «Καμωματού Σμυρνιά», με τον Α. Διαμαντίδη - Νταλγκά.
Στης 13 Ιανουαρίου του 1950, έφυγε από την ζωή ένας τους Μεγαλύτερους βιρτουόζος του βιολιού, συνθέτης & στιχουργός και μαεστρος του Σμυρναιικου & Ρεμπέτικου τραγουδιού.. Ο Δημήτρης Σέμσης (Σαλονικιος)!!!. Κορυφαίος βιολιστής, που μαζί με τον εκ Σμύρνης Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη, απετέλεσαν ανεπανάληπτο δίδυμο του δύσκολου αυτού οργάνου. Σήμερα, είναι βέβαιο ότι ο Δημ. Σέμσης ήταν το καλλίτερο βιολί των Βαλκανίων και ένας από τους σπουδαιότερους οργανοπαίκτες του Ευρωπαϊκού χώρου..
Γεννήθηκε το 1881 με 1983 στην τουρκοκρατούμενη τότε Στρώμνιτσα, ελληνική πόλη της Νοτιοσλαυίας, από γονείς Έλληνες που ζούσαν εκεί. Από μικρός εγκαταστάθηκε, με την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη, απ’όπου, τα επόμενα χρόνια, πήρε το ψευδώνυμο Σαλονικιός, με το οποίο έμεινε γνωστός σαν μουσικός. Αρχίζει να μαθαίνει βιολί από 10 χρονών και γρήγορα μετεξελίσσεται, από την εφηβική του ηλικία, σ’ ένα βιρτουόζο του οργάνου. Λίγο πριν τα τέλη του αιώνα, πιάνει δουλειά σαν μουσικός σ’ ένα περιφερειακό τσίρκο της εποχής εκείνης, που γυρίζει σ’όλες τις πόλεις των Βαλκανικών χωρών παρουσιάζοντας το πρόγραμμά του. Για μια 20ετία περίπου τα ίχνη του χάνονται και – απ’ότι λέγεται-, γύρισε όλες τις τότε γνωστές χώρες παίζοντας με διάφορες ορχήστρες, μπλέκεται με Ούγγρους και Ρουμάνους τσιγγάνους της περιοχής και μέσα σ’αυτό το χωνευτήρι των πολιτισμών που ήταν τα Βαλκάνια, εξελίσσει τις τεχνικές του οργάνου, σε τέτοιο βαθμό που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε επιτευχθεί. Ταξιδεύει εκτός από τα Βαλκάνια, στην Τουρκία, Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτο, Σουδάν και αλλού, παίζοντας για τους Ελληνες – και όχι μόνο – της διασποράς. Γύρω στα 1920, εγκαθίσταται στην απελευθερωμένη Σμύρνη και εκεί γνωρίζει όλους τους μεγάλους μουσικούς, συνθέτες και οργανοπαίχτες, με τους οποίους θα συνεργαστεί τα επόμενα χρόνια, μετά την καταστροφή του 1922, όταν θα βρεθούν μαζί στην Ελλάδα.
Το 1922, εγκαθίσταται οριστικά στην Ελλάδα, μαζί με τους πρόσφυγες, εντάσσεται στις κομπανίες τους, παίζει τα παλαιότερα αλλά και νεώτερα Σμυρνέικα, έτσι που όλοι νομίζουν ότι και αυτός ανήκει στους Μικρασιάτες μουσικούς. (πηγη)
Στο τέλος του 1919 ή στους πρώτους μήνες του 1920 ο Δημήτρης Σέμσης φεύγει οικογενειακά για τη θεσσαλονίκη. Από το 1921, μετά το γάμο του με τη Δήμητρα Κάνουλα (1903-1973), μένουν στο Τσινάρι, οδός Δημητρίου Πολιορκητού, σημερινή Καραολή Δημητρίου. Αποκτούν τέσσερα παιδιά:την Ελένη (1922),τον Μιχάλη (1923- 3 Μαΐου 198?), κορυφαίο βιολιστή της Κρατικής Ορχήστρας,την Καλλιόπη (1925-27-9-2001) και τον Νικόλαο (1929- 7 Νοεμβρίου 1948), επίσης βιολιστή.
Στη Θεσσαλονίκη, όπου διαμένει μέχρι το τέλος του 1926, εδραιώνεται η φήμη του. Πήρε μέρος στις πρωτόγονες ηχογραφήσεις δίσκων στη θεσσαλονίκη μετά περιοδεύοντα φωνοληπτικά συνεργεία; Η οικογένεια του απαντά όχι, γιατί, αν έκανε ηχογραφήσεις, θα τό ανέφερε ο ίδιος. Από την άλλη, είναι δυνατόν ένας τόσο μεγάλος μουσικός να μην αξιοποιήθηκε στην πρωίμη δισκογραφία; Δεν έχουμε στοιχεία.
Ο Σέμσης μαζί με κάποιον άλλον οργανοπαίχτη (ούτι) το 1928. |
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και ο δεύτερος δίσκος «Μανές Χιτζάζ» και «Μανές Νεβά», όπου παίζει βιολί ο Σαλονικιός και τραγουδάει ο Αντώνης Διαμαντίδης "Νταλγκάς". Το πρώτο τραγούδι ως συνθέτης ηχογραφεί το 1929: «Καμωματού Σμυρνιά», με τον Α. Διαμαντίδη - Νταλγκά.
Ο Σέμσης, ο Αγγελος ο πιανίστας κι ο Νταλγκάς στο πάλκο ενός εξοχικού κέντρου της Αγ. Παρασκευής Αττικής, το 1930. |
Την περίοδο 1928 - 1949 ο Δ. Σέμσης γράφει στις 78 στροφές περίπου εκατό κομμάτια.
«Ενώ είναι υπεύθυνος της επιλογής των τραγουδιών της Columbia και της His Master's Voice» λέει η Μαργαρίτα Σέμση «δεν πέρασε πολλά τραγούδια σε δίσκους. Ίσως δεν είχε πολύ χρόνο. Για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις με τους άλλους συναδέλφους του - ότι προφανώς κάνει κατάχρηση της θέσης του - έβγαλε και ορισμένα κομμάτια με ψευδώνυμα, όπως Στέλιος Δρόσος και Γιώργος Στέφας.
«Ενώ είναι υπεύθυνος της επιλογής των τραγουδιών της Columbia και της His Master's Voice» λέει η Μαργαρίτα Σέμση «δεν πέρασε πολλά τραγούδια σε δίσκους. Ίσως δεν είχε πολύ χρόνο. Για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις με τους άλλους συναδέλφους του - ότι προφανώς κάνει κατάχρηση της θέσης του - έβγαλε και ορισμένα κομμάτια με ψευδώνυμα, όπως Στέλιος Δρόσος και Γιώργος Στέφας.
* Θρυλικό τραγούδι του ήταν το "Μη με στέλνεις μάνα στην Αμερική" (1935 με Ρίτα Αμπατζή). Χάλασε κόσμο!. Αφού έλεγε μετά η πεθερά μου ότι σπίτι αγόρασαν με τα ποσοστά από το τραγούδι(!).
{Tο τραγούδι «Mη με στέλνεις μάνα στην Αμερική», που έγραψε ο Σέμσης (μουσικη), με τον Γ. Kαμβύση (στιχοι), έγινε μεγάλη επιτυχία στη δεκαετία του 1930 και πέρασε στη δισκογραφία το 1935 με τη φωνή της Pίτας Αμπατζή}
{Tο τραγούδι «Mη με στέλνεις μάνα στην Αμερική», που έγραψε ο Σέμσης (μουσικη), με τον Γ. Kαμβύση (στιχοι), έγινε μεγάλη επιτυχία στη δεκαετία του 1930 και πέρασε στη δισκογραφία το 1935 με τη φωνή της Pίτας Αμπατζή}
Όταν άνοιξε ο πρώτος κρατικός ραδιοσταθμός, ο Δημήτρης Σέμσης ανέλαβε υπεύθυνος για το πρόγραμμα δημοτικής μουσικής». Για τα σπίτια όπου έμεναν, θυμάται η Ελένη Σέμση: «Τα περισσότερα χρόνια στην Αθήνα τα ζήσαμε στην οδό Κωνσταντινουπόλεως 298. Την περίοδο 1929 πήρε ο πατέρας το σπίτι. Όταν ήρθαμε από τη Θεσσαλονίκη μέναμε στην οδό Αλκινόου, μετά πήγαμε στη Φιλιππουπόλεως στον Άγιο Μελέτη και έπειτα στο Λόφο Σκουζέ. Υπάρχει αυτή η μονοκατοικία, πέρασα πρόσφατα και συγκινήθηκα πολύ. Ήθελα να χτυπήσω να μπω μέσα, γιατί έχω πολλές παιδικές αναμνήσεις. Μετά στην Κατοχή τα πράγματα ήταν δύσκολα, πουλήθηκαν τα πάντα για να επιβιώσουμε, ακόμη και οι δίσκοι του πατέρα. Η μάνα μου έλεγε να πουλήσουμε το σπίτι για να πάμε πίσω στη θεσσαλονίκη, αλλά ο πατέρας δεν ήθελε, το κράτησε αυτό το σπίτι».
Μετά τον πόλεμο συνεχίζει να έχει την ευθύνη του λαϊκού ρεπερτορίου στην Columbia και στη His Master's Voice, του προτείνουν να κάνει περιοδεία στην ομογένεια της Αμερικής, αλλά το ταξίδι ακυρώνεται μετά το θάνατο του γιου του, Νίκου, από φυματίωση. Ο ίδιος δεν θα συνέλθει ποτέ από το πλήγμα, ωστόσο συνεχίζει να επιμελείται ηχογραφήσεις στην εταιρεία επίσημα μέχρι τις 19 Μαρτίου 1949. Μετά την εκδήλωση της δικής του αρρώστιας στέλνει στο στούντιο το γιο του, Μιχάλη. Ο Δημήτρης Σέμσης-Σαλονικιός φεύγει στις 13 Ιανουαρίου 1950. Η κόρη του λέει ότι πεθαίνει από καρκίνο μέσα σε είκοσι ημέρες από τότε που διαγνώστηκε η αρρώστια του.
Στη δεκαετία του 30, συνεργάστηκε στο πάλκο και τη δισκογραφία με την διάσημη Ρόζα Εσκενάζυ και επετέλεσαν ένα από τα γνωστότερα καλλιτεχνικά ζευγάρια της εποχής. Μαζί τους πάντα και με άλλους μουσικούς, κατά περίπτωση ο Κωνσταντινουπολίτης Αγάπιος Τομπούλης, με το ούτι του. Στην ίδια παρέα οι δυο ¨Λάμπροι» από την Πόλη: ο λυράρης Λάμπρος Λεονταρίτης και ο «κανονίστας» Λάμπρος Σαββαίδης.
Οι συνθέσεις του ηχογραφούνταν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής εκείνης, όπως η Ρίτα Αμπατζή, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Στ.Κερομύτης, η Ιωαννα Γεωργακοπουλου, η Ρόζα Εσκενάζυ, Σωφρονίου Ευάγγελος, ο Αντώνης "Νταλγκάς", ο Κώστας Τσανάκος, ο Γιώργος Παπασιδέρης, ο Νίκος Καρακώστας, (δεξιοτέχνης του κλαρίνου) κ.α. Έγραψε ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια, καθώς και σμυρνέικα και αμανέδες.
Είναι φανερό, ότι αν και είχε όλες τις δυνατότητες, δεν «κυνήγησε» πολύ τη δισκογραφία σαν συνθέτης, ο αριθμός των τραγουδιών που πέρασαν στις 78 στροφές μόλις πλησιάζει τα εκατό.
* Τουλάχιστον έξι γενιές βιολιστές της οικογένειας Σέμση: ο προπάππους, ο Άρθρο του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη Μιχελιός Σέμσης, ο Δημήτρης Σέμσης-Σαλονικιός, ο γιος του, Μιχάλης, ο οποίος με τη Μαργαρίτα Χαρβαλλιά απέκτησαν δύο γιους, τον Δημήτρη (1959] και τον Στάμο (1964), επίσης βιολιστές. Τα παιδιά του Δημήτρη με τη βιολίστρια Ειρήνη Κούφη, η Μαργαρίτα και ο Μιχάλης, φαίνεται να είναι οι καινούργιοι συνεχιστές. Λέμε έξι γενιές, γιατί δεν ξέρουμε τα πριν τον προπάππου...
** Η μόνη μονογραφία για τον Δ. Σέμση-Σαλονικιό είναι ξενόγλωσση, γράφηκε από τη Δανή Lisbet Torp: «Salonikios. The best violin in the Balkans» (Πανεπιστήμιο Κοπεγχάγης- 1993). απο Άρθρο του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Είναι ο πρώτος οργανοπαίκτης που το όνομά του αναγράφεται στις ετικέτες δίσκων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Δημήτρης Σέμσης ήταν Διευθυντής Ηχογράφησης στην ΗΜV και στην Columbia, θέσεις με μεγάλη επιρροή, τις οποίες και διατήρησε και στις δεκαετίες του 1930 και 1940. Συμμετείχε σε εκατοντάδες ηχογραφήσεις παραδοσιακών, σμυρναϊκών και ρεμπέτικων τραγουδιών στο διάστημα 1924 - 1931, παρουσίασε γύρω στο 1928 τα πρώτα του τραγούδια και το 1931 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της His Master's Voice, θέση που κράτησε μέχρι το θάνατό του. Eγραψε πάνω από 100 τραγούδια.
Όπως φαίνεται από τις ηχογραφήσεις, ο Δημήτρης ήταν, χωρίς αμφιβολία, ο μεγαλύτερος βιολιστής που ηχογράφησε στο χώρο του ρεμπέτικου/σμυρνέικου. Ηχογράφησε πολλές εκατοντάδες δίσκους και πολλοί από αυτούς επανακυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια. Το 1972, σε μια συνέντευξή της, η Ρόζα Εσκενάζι είπε ότι ο Δημήτρης έπαιζε "το καλύτερο βιολί του κόσμου".
Μετά από μια σύντομη νοσηλεία, ο Δημήτρης Σέμσης πέθανε από καρκίνο στην Αθήνα, στις 13 Ιανουαρίου 1950... (απο Κωστας Τσακατιρης)
Ορισμένα περιστατικά που εικονογραφούν τον άνθρωπο Δημήτρη Σέμση, όπως τα αφηγείται σήμερα η κόρη του, Ελένη:
• Μερικές φορές με έπαιρνε στα κέντρα όπου έπαιζε, θυμάμαι στου Μπέλμπα στην Αγία Παρασκευή, κοντά στην εκκλησία. Είχε νοικιάσει ένα δωματιάκι εκεί για να πηγαίνει να ξεκουράζεται. Ήταν εξοχή η Αγία Παρασκευή. Δούλευε με τον Αντώνη Νταλγκά. Τότε γίνονταν και πολιτικοί καβγάδες στα κέντρα. Ο πατέρας έλεγε ότι υπήρχαν οι βενιζελικοί και οι βασιλικοί και ότι όποιος έδινε πρώτος χρήμα παίζανε τοτραγούδι,την παραγγελιά. Μετά πήγαινε στου Κατσίμπα, στην Κηφισιά με τον Νταλγκά και τον πιανίστα Πορτοκάλλη.
• Του στοίχισε πάρα πολύ που πέρασαν σε δεύτερη μοίρα τα βιολιά καιτα μικρασιάτικα τραγούδια. Αλλά και μετά έρχονταν στο σπίτι μουσικοί για να τους γράψει σε νότες τα τραγούδια, θυμάμαι τον Βασίλη Τσιτσάνη: έπαιζε στο μπουζούκι τραγούδια του, ο πατέρας άκουγε και τα περνούσε σε παρτιτούρες. Είχαμε καλή σχέση με τον Τσιτσάνη, ήταν πολύ κουβαρντάς, θυμάμαι ότι όταν παντρεύτηκε η αδελφή μου, το 1948, της έδωσε για δώρο δύο χρυσές λίρες.
•Έκανε μαθήματα βιολιού. Είχε πάντα δίπλα ένα ρολόι, μία ώρα, ούτε λεπτό παραπάνω, θέλανε και μουσικοί να μάθουν τα ταξίμια, γιατί έπαιζε υπέροχα ταξίμια.
Καμιά φορά γκρινιάζανε ότι δεν τους τα δείχνει όπως τα παίζει αυτός και ο πατέρας απαντούσε: «Τι θέλεις, να κόψω τα χέρια μου να σου τα δώσω;».
• Έρχονταν σπίτι πολλοί τραγουδιστές. Του πατέρα του άρεσαν περισσότερο από όλους ο Παπασιδέρης, ο Αραπάκης και ο Νταλγκάς. Από τις γυναίκες μάλλον προτιμούσε τη Ρόζα Εσκενάζυ, η μάνα μου τη ζήλευε. Η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, μικρούλα, ερχόταν με τη μάνα της που πίεζε τον Σαλονικιό να τη βγάλει στο τραγούδι. Έχω την εντύπωση ότι δεν του άρεσε τότε του πατέρα. (Σ.σ.: από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο τραγούδι της Γεωργακοπούλου είναι Ο πασατεμπάς, 1938 του Δ. Σέμση σε στίχους Β. Ταμβάκη, που δεν είναι άλλος από τον Χαράλαμπο Βασιλειάδη.)
• Επειδή ξέρανε το ρόλο του Σαλονικιού στη δισκογραφική εταιρεία, πολλοί ήθελαν να τους ακούσει μήπως και γίνει τίποτε με δίσκο. Ερχότανε, για παράδειγμα, κάποιος να ασπρίσει το σπίτι, το έριχνε στο τραγούδι για να τον ακούσει ο πατέρας. Εκείνος όμως δεν χάριζε, άμα δεν του άρεζε έλεγε: «Τι είναι αυτό παιδί μου;». Όταν άγνωστοι του κάνανε δώρα στη γιορτή του έλεγε: «Ωχ! Δεν θέλω πάλι δώρα, γιατί θα μου πουν να τους βάλω να τραγουδήσουν».
• Παρόλο που ήταν μεγάλος λαϊκός μουσικός, όταν άκουγε κλασικούς βιολιστές έλεγε: «Μωρέ, βγάλαμε κι εμείς ψωμί!». Καταλάβαινε την αξία τους. Λάτρευε τους κλασικούς εκτελεστές.
ΦΩΤΟ / ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ...
ΜΟΥΣΙΚΗ / ΒΙΝΤΕΟ ..
Ο Μήτσος Σέμσης (βιολί), ο Αγάπιος Τομπούλης (ταμπούρ) και η Ρόζα Εσκενάζι (ντέφι), όταν τραγουδούσαν στον Ταύγετο το 1932 |
Οι συνθέσεις του ηχογραφούνταν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής εκείνης, όπως η Ρίτα Αμπατζή, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Στ.Κερομύτης, η Ιωαννα Γεωργακοπουλου, η Ρόζα Εσκενάζυ, Σωφρονίου Ευάγγελος, ο Αντώνης "Νταλγκάς", ο Κώστας Τσανάκος, ο Γιώργος Παπασιδέρης, ο Νίκος Καρακώστας, (δεξιοτέχνης του κλαρίνου) κ.α. Έγραψε ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια, καθώς και σμυρνέικα και αμανέδες.
Είναι φανερό, ότι αν και είχε όλες τις δυνατότητες, δεν «κυνήγησε» πολύ τη δισκογραφία σαν συνθέτης, ο αριθμός των τραγουδιών που πέρασαν στις 78 στροφές μόλις πλησιάζει τα εκατό.
Ο Λάμπρος Λεονταρίδης (γνωστός ως ο Λάμπρος με τη λύρα). αριστερη φωτο στην Πολη το 1916. Δεξια φωτο, ο Λάμπρος ο λυρατζής με τον Κώστα απ’τη Γραβιά (1938). |
* Τουλάχιστον έξι γενιές βιολιστές της οικογένειας Σέμση: ο προπάππους, ο Άρθρο του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη Μιχελιός Σέμσης, ο Δημήτρης Σέμσης-Σαλονικιός, ο γιος του, Μιχάλης, ο οποίος με τη Μαργαρίτα Χαρβαλλιά απέκτησαν δύο γιους, τον Δημήτρη (1959] και τον Στάμο (1964), επίσης βιολιστές. Τα παιδιά του Δημήτρη με τη βιολίστρια Ειρήνη Κούφη, η Μαργαρίτα και ο Μιχάλης, φαίνεται να είναι οι καινούργιοι συνεχιστές. Λέμε έξι γενιές, γιατί δεν ξέρουμε τα πριν τον προπάππου...
** Η μόνη μονογραφία για τον Δ. Σέμση-Σαλονικιό είναι ξενόγλωσση, γράφηκε από τη Δανή Lisbet Torp: «Salonikios. The best violin in the Balkans» (Πανεπιστήμιο Κοπεγχάγης- 1993). απο Άρθρο του Ηλία Βολιότη - Καπετανάκη
Είναι ο πρώτος οργανοπαίκτης που το όνομά του αναγράφεται στις ετικέτες δίσκων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Δημήτρης Σέμσης ήταν Διευθυντής Ηχογράφησης στην ΗΜV και στην Columbia, θέσεις με μεγάλη επιρροή, τις οποίες και διατήρησε και στις δεκαετίες του 1930 και 1940. Συμμετείχε σε εκατοντάδες ηχογραφήσεις παραδοσιακών, σμυρναϊκών και ρεμπέτικων τραγουδιών στο διάστημα 1924 - 1931, παρουσίασε γύρω στο 1928 τα πρώτα του τραγούδια και το 1931 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της His Master's Voice, θέση που κράτησε μέχρι το θάνατό του. Eγραψε πάνω από 100 τραγούδια.
Όπως φαίνεται από τις ηχογραφήσεις, ο Δημήτρης ήταν, χωρίς αμφιβολία, ο μεγαλύτερος βιολιστής που ηχογράφησε στο χώρο του ρεμπέτικου/σμυρνέικου. Ηχογράφησε πολλές εκατοντάδες δίσκους και πολλοί από αυτούς επανακυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια. Το 1972, σε μια συνέντευξή της, η Ρόζα Εσκενάζι είπε ότι ο Δημήτρης έπαιζε "το καλύτερο βιολί του κόσμου".
Μετά από μια σύντομη νοσηλεία, ο Δημήτρης Σέμσης πέθανε από καρκίνο στην Αθήνα, στις 13 Ιανουαρίου 1950... (απο Κωστας Τσακατιρης)
Ορισμένα περιστατικά που εικονογραφούν τον άνθρωπο Δημήτρη Σέμση, όπως τα αφηγείται σήμερα η κόρη του, Ελένη:
• Μερικές φορές με έπαιρνε στα κέντρα όπου έπαιζε, θυμάμαι στου Μπέλμπα στην Αγία Παρασκευή, κοντά στην εκκλησία. Είχε νοικιάσει ένα δωματιάκι εκεί για να πηγαίνει να ξεκουράζεται. Ήταν εξοχή η Αγία Παρασκευή. Δούλευε με τον Αντώνη Νταλγκά. Τότε γίνονταν και πολιτικοί καβγάδες στα κέντρα. Ο πατέρας έλεγε ότι υπήρχαν οι βενιζελικοί και οι βασιλικοί και ότι όποιος έδινε πρώτος χρήμα παίζανε τοτραγούδι,την παραγγελιά. Μετά πήγαινε στου Κατσίμπα, στην Κηφισιά με τον Νταλγκά και τον πιανίστα Πορτοκάλλη.
• Του στοίχισε πάρα πολύ που πέρασαν σε δεύτερη μοίρα τα βιολιά καιτα μικρασιάτικα τραγούδια. Αλλά και μετά έρχονταν στο σπίτι μουσικοί για να τους γράψει σε νότες τα τραγούδια, θυμάμαι τον Βασίλη Τσιτσάνη: έπαιζε στο μπουζούκι τραγούδια του, ο πατέρας άκουγε και τα περνούσε σε παρτιτούρες. Είχαμε καλή σχέση με τον Τσιτσάνη, ήταν πολύ κουβαρντάς, θυμάμαι ότι όταν παντρεύτηκε η αδελφή μου, το 1948, της έδωσε για δώρο δύο χρυσές λίρες.
•Έκανε μαθήματα βιολιού. Είχε πάντα δίπλα ένα ρολόι, μία ώρα, ούτε λεπτό παραπάνω, θέλανε και μουσικοί να μάθουν τα ταξίμια, γιατί έπαιζε υπέροχα ταξίμια.
Καμιά φορά γκρινιάζανε ότι δεν τους τα δείχνει όπως τα παίζει αυτός και ο πατέρας απαντούσε: «Τι θέλεις, να κόψω τα χέρια μου να σου τα δώσω;».
• Έρχονταν σπίτι πολλοί τραγουδιστές. Του πατέρα του άρεσαν περισσότερο από όλους ο Παπασιδέρης, ο Αραπάκης και ο Νταλγκάς. Από τις γυναίκες μάλλον προτιμούσε τη Ρόζα Εσκενάζυ, η μάνα μου τη ζήλευε. Η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, μικρούλα, ερχόταν με τη μάνα της που πίεζε τον Σαλονικιό να τη βγάλει στο τραγούδι. Έχω την εντύπωση ότι δεν του άρεσε τότε του πατέρα. (Σ.σ.: από τα πρώτα, αν όχι το πρώτο τραγούδι της Γεωργακοπούλου είναι Ο πασατεμπάς, 1938 του Δ. Σέμση σε στίχους Β. Ταμβάκη, που δεν είναι άλλος από τον Χαράλαμπο Βασιλειάδη.)
• Επειδή ξέρανε το ρόλο του Σαλονικιού στη δισκογραφική εταιρεία, πολλοί ήθελαν να τους ακούσει μήπως και γίνει τίποτε με δίσκο. Ερχότανε, για παράδειγμα, κάποιος να ασπρίσει το σπίτι, το έριχνε στο τραγούδι για να τον ακούσει ο πατέρας. Εκείνος όμως δεν χάριζε, άμα δεν του άρεζε έλεγε: «Τι είναι αυτό παιδί μου;». Όταν άγνωστοι του κάνανε δώρα στη γιορτή του έλεγε: «Ωχ! Δεν θέλω πάλι δώρα, γιατί θα μου πουν να τους βάλω να τραγουδήσουν».
• Παρόλο που ήταν μεγάλος λαϊκός μουσικός, όταν άκουγε κλασικούς βιολιστές έλεγε: «Μωρέ, βγάλαμε κι εμείς ψωμί!». Καταλάβαινε την αξία τους. Λάτρευε τους κλασικούς εκτελεστές.
ΦΩΤΟ / ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ...
Συνθετικά δικαιώματα του Σέμση |
Ο Σέμσης, ο Νταλγκάς και ο Λιβαδίτης (ταμπούρλο), στην Θήβα το 1933 |
Διαφημιστική προκήρυξη για την Ρίτα Αμπατζή, τον Σέμση και τον τενόρο Στελάκη (1932) |
Ντοκουμέντο με στίχους από ένα τραγούδι. Τα αρχικά Δ.Σ. είναι του Σέμση (1939) |
Ένα ντοκουμέντο, με την μονογραφή του Σέμση, φέρει την σφραγίδα του Α΄ Σώματος Στρατού. |
Αυτόγραφο του Σέμση (23-11-1948) |
ΜΟΥΣΙΚΗ / ΒΙΝΤΕΟ ..